Σύμπλοκο (χημεία) - определение. Что такое Σύμπλοκο (χημεία)
Diclib.com
Словарь ChatGPT
Введите слово или словосочетание на любом языке 👆
Язык:     

Перевод и анализ слов искусственным интеллектом ChatGPT

На этой странице Вы можете получить подробный анализ слова или словосочетания, произведенный с помощью лучшей на сегодняшний день технологии искусственного интеллекта:

  • как употребляется слово
  • частота употребления
  • используется оно чаще в устной или письменной речи
  • варианты перевода слова
  • примеры употребления (несколько фраз с переводом)
  • этимология

Что (кто) такое Σύμπλοκο (χημεία) - определение


Σύμπλοκο (χημεία)         
  •  Η [[σισπλατίνη]], PtCl<sub>2</sub>(NH<sub>3</sub>)<sub>2</sub>, είναι ένα σύμπλοκο του λευκόχρυσου με υποκαταστάτες δύο ανιόντα χλωρίου και δύο μόρια αμμωνίας. Αποτελεί ένα από τα πιο επιτυχημένα αντικαρκινικά φάρμακα.
Ο όρος σύμπλοκο ή ένωση συναρμογής (αγγλ. coordination complex) αναφέρεται σε ένα σταθερό συγκρότημα ατόμων, το οποίο δομείται από ένα κεντρικό άτομο ή ιόν, συνήθως μεταλλικό ιόν (όπως λ.
Πράσινη χημεία         
Η ΠΡΆΣΙΝΗ ΧΗΜΕΊΑ, ΛΈΓΕΤΑΙ ΕΠΊΣΗΣ ΑΕΙΦΌΡΟΣ ΧΗΜΕΊΑ, ΕΊΝΑΙ ΜΙΑ ΦΙΛΟΣΟΦΊΑ ΧΗΜΙΚΉΣ ΈΡΕΥΝΑΣ ΚΑΙ ΜΗΧΑΝΙΚΉΣ ΠΟΥ ΕΝΘΑΡΡΎΝΕΙ ΤΗ ΣΧΕΔΊΑΣΗ ΠΡΟΪΌΝΤΩΝ Κ
Πράσινη Χημεία
Η Πράσινη χημεία, λέγεται επίσης βιώσιμη χημεία, είναι μια φιλοσοφία χημικής έρευνας και μηχανικής που ενθαρρύνει τη σχεδίαση προϊόντων και διεργασιών που ελαχιστοποιούν τη χρήση και τη δημιουργία επικίνδυνων ουσιών. ενώ η Χημεία περιβάλλοντος είναι η χημεία του φυσικού περιβάλλοντος και των χημικών ρύπων στη φύση, η πράσινη χημεία επιδιώκει τη μείωση της επίδρασης της χημείας στο περιβάλλον αποτρέποντας τη μόλυνση στις πηγές της και χρησιμοποιώντας λιγότερους φυσικούς πόρους.
Καταβύθιση         
'ΚΑΘΊΖΗΣΗ' Ή 'ΚΑΤΑΒΎΘΙΣΗ' ΕΊΝΑΙ Η ΔΗΜΙΟΥΡΓΊΑ ΕΝΌΣ ΣΤΕΡΕΟΎ ΣΕ ΈΝΑ ΔΙΆΛΥΜΑ Ή ΜΈΣΑ ΣΕ ΈΝΑ ΆΛΛΟ ΣΤΕΡΕΌ ΚΑΤΆ ΤΗ ΔΙΆΡΚΕΙΑ ΜΙΑΣ ΧΗΜΙΚΉΣ ΑΝΤΊΔΡΑΣΗΣ Ή
Ίζημα (χημεία)
thumb|right|Χημική καθίζηση

Википедия

Σύμπλοκο (χημεία)
Ο όρος σύμπλοκο ή ένωση συναρμογής (αγγλ. coordination complex) αναφέρεται σε ένα σταθερό συγκρότημα ατόμων, το οποίο δομείται από ένα κεντρικό άτομο ή ιόν, συνήθως μεταλλικό ιόν (όπως λ.